«Χτυπούσαν με μανία και ασυγκράτητο μίσος»

«Χτυπούσαν με μανία και ασυγκράτητο μίσος»

του Δημήτρη Αγγελίδη
Ο υπάλληλος φύλαξης σημείωσε ότι οι κατηγορούμενοι «χτυπούσαν πολύ βιαστικά, συντονισμένα, γρήγορα» και ότι σταμάτησαν όταν βγήκε από τη βιτρίνα ο ημιθανής ακτιβιστής κι έπεσε στο έδαφος «γιατί πια τον είχανε – ήταν μάταιο να χτυπήσουν κι άλλο».

Την «οργιώδη μανία» και το «ασυγκράτητο μίσος» των δύο κατηγορουμένων όσο κλοτσούσαν τον Ζακ Κωστόπουλο την ώρα που προσπαθούσε να βγει από τη σπασμένη τζαμαρία του κοσμηματοπωλείου περιέγραψε χτες στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας αυτόπτης μάρτυρας, υπάλληλος φύλαξης που έτυχε μόλις να έχει ολοκληρώσει τη βάρδιά του σε παρακείμενο μαγαζί το μοιραίο μεσημέρι στις 21 Σεπτεμβρίου 2018.

Ο μάρτυρας σημείωσε ότι οι κατηγορούμενοι «χτυπούσαν πολύ βιαστικά, συντονισμένα, γρήγορα» και ότι σταμάτησαν όταν βγήκε από τη βιτρίνα ο ημιθανής ακτιβιστής κι έπεσε στο έδαφος «γιατί πια τον είχανε – ήταν μάταιο να χτυπήσουν κι άλλο». Υπογράμμισε ότι η αντίδρασή τους ήταν «κατευθείαν ζημιά, λάκτισμα, φθορά», χωρίς να προηγηθεί καμία διαπραγμάτευση με το θύμα, χωρίς να του ανοίξουν την πόρτα να φύγει ή χωρίς να τον απειλήσουν ότι θα φωνάξουν την αστυνομία. «Υπήρχαν βήματα τα οποία παρακάμψανε. Αποκλείεις τον χώρο, ειδοποιείς την αστυνομία, προστατεύεις την περιουσία σου. Δεν τα κάνανε», είπε. Και σημείωσε ότι παρόμοιος τρόπος αντίδρασης δεν συνιστάται στις εκπαιδεύσεις που έχει δεχτεί ο ίδιος για να εργαστεί στη φύλαξη. «Οι εκπαιδευτές μάς λένε ότι είναι στο όριο της αυτοδικίας, μας λένε να μην εμπλεκόμαστε σε τέτοια περιστατικά», σημείωσε.

Είπε ότι η πρώτη του εντύπωση, όταν είδε τον εγκλωβισμένο στο κοσμηματοπωλείο ακτιβιστή, ήταν ότι είχε μπει για να κλέψει, αλλά αμέσως συνειδητοποίησε ότι «ε, δεν πήγε για κλοπή!» μόλις αντιλήφθηκε ότι ήταν «με ακάλυπτο πρόσωπο, μέρα μεσημέρι, κόσμος απ’ έξω, αυτός να μη φυλάγεται». Πρόσθεσε ότι δεν είδε τον Ζακ να αγγίζει τα κοσμήματα ούτε να κρατά μαχαίρι.

Σημείωσε ότι του έκανε εντύπωση η αντοχή του Ζακ, παρόλο που δεν ήταν γεροδεμένος ή μυώδης, καθώς μπόρεσε να σηκωθεί και να προσπαθήσει να διαφύγει απλώνοντας ασυνείδητα το χέρι του και πιάνοντας ένα κομμάτι γυαλί, όμως να διαφύγει προς τη λάθος κατεύθυνση, πέφτοντας εν τέλει πάνω σε τραπέζι της διπλανής καφετέριας, αντί να επιτεθεί στον κόσμο και ν’ ανοίξει ανάμεσά του δίοδο διαφυγής. Κατέθεσε επίσης ότι γνώριζε τον ακτιβιστή από τυχαίες συναντήσεις τους στην πόλη και ότι ο Ζακ του μιλούσε για τις ακτιβιστικές και καλλιτεχνικές του δράσεις, αλλά δεν κατάφεραν να βγουν ποτέ για καφέ γιατί δεν συνέπιπταν τα ωράριά τους ούτε τα ενδιαφέροντά τους.

Ο δημοσιογράφος του Omnia TV Λουκάς Σταμέλλος κατέθεσε ότι ο ίδιος και η δημοσιογραφική ομάδα τού μέσου ενημέρωσης ασχολήθηκαν ερευνητικά με την υπόθεση καθώς «δεν έβγαζε νόημα – κάτι βρομούσε» στο αρχικό αφήγημα ότι το θύμα ήταν ληστής που «έκανε απόπειρα να φύγει, αυτοτραματίστηκε και πέθανε». Από τις πρώτες μέρες διαπίστωσαν την άρνηση των ιδιοκτητών των καταστημάτων να δώσουν υλικό από τις κάμερες ασφαλείας, ισχυρίζονταν μάλιστα ότι «αυτοκτόνησε το θύμα», ενώ σε μία περίπτωση η κάμερα ήταν γυρισμένη προς άλλη κατεύθυνση από αυτήν τις πρώτες ώρες μετά το λιντσάρισμα.

Σημείωσε επιπλέον ότι η ομάδα του Omnia TV μπόρεσε να συνδέσει τον λογαριασμό του τουίτερ «snake» με το κινητό τηλέφωνο του μεσίτη, όπως το είχε δημοσιοποιήσει στην ιστοσελίδα του. Μέσω αυτού του λογαριασμού, ο μεσίτης έκανε ομοφοβικά σχόλια και προσβλητικές αναφορές στον Ζακ, την οικογένειά του και το κίνημα αλληλεγγύης, ενώ είχε γράψει τη φράση «Το γεγονός πως ο Θεός με έβαλε απέναντι σε Εθνομηδενιστές, αντίχριστους και οργανωμένους παραβατικούς που έχουν ως ταξικό εχθρό τον βιοπαλαιστή επαγγελματία και τους οικογενειάρχες είναι Υψιστη αποστολή που θα την πάω και εγώ μέχρι τέρμα».

Είναι φανερό ότι παρόμοιες αναρτήσεις καθόλου δεν ταιριάζουν με τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου ότι έσπευσε για να βοηθήσει τον ακτιβιστή, σπάζοντας τα κομμάτια γυαλί που κρέμονταν από την ήδη σπασμένη βιτρίνα με σκοπό να του ανοίξει δρόμο και να μην τραυματιστεί. Μάλιστα, αυτόπτης μάρτυρας, φίλος του μεσίτη, συντηρητής ανελκυστήρων, με τον οποίον είχαν ραντεβού για φαγητό το μοιραίο μεσημέρι -ραντεβού την ίδια ώρα είχε καταθέσει ότι είχε με τον μεσίτη και άλλος μάρτυρας, δικηγόρος-, κατέθεσε ότι ο μεσίτης έδρασε «λόγω συνανθρωπισμού». Σημείωσε ότι είδε τον Ζακ να κρατά μαχαίρι και προειδοποίησε τον μεσίτη, ο οποίος, μόλις βγήκε το θύμα, του πήρε το μαχαίρι από το χέρι και το πέταξε στο κατάστημα.

Πρόσθεσε ότι ενώ ο μεσίτης χτυπούσε τα τζάμια, ένα – δυο χτυπήματα πρέπει να πέτυχαν το πρόσωπο του ακτιβιστή. Δεν εξήγησε όμως γιατί ο μεσίτης, εφόσον έδρασε από «συνανθρωπισμό», δεν απευθύνθηκε στους αστυνομικούς που έφτασαν μετά το λιντσάρισμα, ούτε ενδιαφέρθηκε για την τύχη του θύματος, παρά μόνο αποχώρησε μαζί με τον μάρτυρα, χωρίς να δείχνει στενοχώρια ή ταραχή παρά μόνο για την υποτιθέμενη απόπειρα ληστείας. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ο μεσίτης, καθώς αποχωρούσε από το σημείο του φονικού λιντσαρίσματος, σχολίαζε «τι μπορεί να σου τύχει από τη μια στιγμή στην άλλη», φράση που προκάλεσε την αγανάκτηση της οικογένειας του θύματος και οργισμένα σχόλια από το ακροατήριο των αλληλέγγυων.

📍 Oι εξελίξεις στη δίκη καταγράφονται και μεταδίδονται διαδικτυακά από το «Παρατηρητήριο της δίκης για τον φόνο του/της Ζακ Κωστόπουλου / Zackie Oh» – facebook: zackieohjusticewatch

Πηγή: efsyn.gr
29

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση