ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Το 2005 ο Συνασπισμός (τότε), ψήφισε στη Βουλή σχέδιο νόμου περί διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους. Το νομοσχέδιο αυτό το ψήφισε ο ΣΥΝ, το ΚΚΕ και ανεξάρτητοι βουλευτές και δεν το ψήφισαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, με το αιτιολογικό ότι χρειάζονταν συνταγματική αναθεώρηση. Το σχέδιο νόμου μιλάει για πλήρη διαχωρισμό εκκλησίας- κράτους. Παραθέτω στο τέλος του παρόντος κειμένου, το σχέδιο νόμου που είχε ψηφίσει ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ (τότε) στη Βουλή το 2005, μαζί με την εισηγητική έκθεση του νόμου, που οι θέσεις του ήταν επεξεργασμένες και από την Ελληνική Ένωση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Πως από τις διακηρυγμένες αυτές θέσεις, φτάσαμε στα εξής;

α) να λέει   ο σύντροφος Τσίπρας στον Θεοδωράκη προεκλογικά χωρίς καν να ερωτηθεί,  επί λέξη: «μας κατηγορούνε ότι θα κόψουμε τον μισθό από τους παπάδες!! αστεία πράγματα, ποιος τα λέει αυτά;»
β)  στην εκλογική διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε μόνο η φράση «να ξεκινήσει διάλογος για τον διαχωρισμό εκκλησίας – κράτους» , (ενώ σημειωτέον ΚΚΕ, ΔΗΜΑΡ και Τζήμερος έχουν επεξεργασμένες θέσεις περί διαχωρισμού εκκλησίας -κράτους) και
γ) στην διακήρυξη για τη συνδιάσκεψη δεν υπήρχε λέξη επί του θέματος.(Κάποιοι έβαλαν την πρόταση περί διαχωρισμού εκκλησίας- κράτους, και τελικά την τροπολογία που έλεγε “να ξεκινήσει διάλογος για τον διαχωρισμό εκκλησίας- κράτους ” την κατέβασε το τμήμα δικαιωμάτων ΣΥΡΙΖΑ  και πέρασε ομόφωνα χωρίς ψηφοφορία. Και εδώ είναι το μεγάλο θέμα: Αφού ο ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με τα κείμενα του δεν έχει θέση ακόμη για το θέμα, αλλά «θα ξεκινήσει διάλογος», πώς θεωρείται δεδομένη η θέση ότι «δεν πειράζουμε το μισθό του λαϊκού κλήρου» όπως είπε ο σ.  Βίτσας κατά την έναρξη του Συνεδρίου «Εκκλησία και Αριστερά» καθώς και ο σ.Τσίπρας πολλές φορές ως γνωστόν; Ποιος το αποφάσισε και πότε; Πότε άρχισε ο διάλογος και πότε τελείωσε; Γιατί κάθε διαφορετική άποψη είναι προσωπική θέση αυτού που την εκφράζει (όπως η θέση του σ. Κουράκη), ενώ δεν είναι προσωπική άποψη η θέση ότι “δεν θα θίξουμε τον μισθό του κλήρου” όταν λέγεται από τον Γενικό Γραμματέα του κόμματος κατά την έναρξη ενός συνεδρίου;

Ο χουντομητροπολίτης Καλαβρύτων, ο Αμβρόσιος, αυτός που, προχτές, έχοντας γύρω του ως εξαπτέρυγα τους χρυσαυγίτες βουλευτές, αποκάλεσε τον χουντοδολοφόνο Ντερτιλή «πρότυπο γενεών», «Σωκράτη» και «Κολοκοτρώνη», έχει μακρά… δημοκρατική παράδοση.

Για παράδειγμα, ως ιερεύς – φέρων το βαθμό του μοιράρχου και κατόπιν του ταγματάρχου – υπηρέτησε ευδοκίμως την Ελληνική Αστυνομία καθ’ όλη τη διάρκεια της χούντας.

Ως τιτουλάριος, δε, μητροπολίτης Ταλαντίου, μετά τη χούντα, ο άγιος Αμβρόσιος (ναι, είναι και άγιος…) δεν παρέλειπε την έκφραση στοργής προς τους Απριλιανούς βασανιστές, για τους οποίους – στον χειροτονητήριο, μάλιστα, λόγο του – είχε απευθύνει

«θερμόν εν Κυρίω ασπασμόν προς όλους εκείνους τους αγαπητούς μου αξιωματικούς και οπλίτας της Ελληνικής Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, οι οποίοι την στιγμήν ταύτην, συνεπεία οιουδήποτε ατυχούς συμβάντος εν τη εν ασκήσει του υπηρεσιακού των καθήκοντος, εστερήθησαν των αγαθών της υγείας και της ελευθερίας»…

«Ατυχή συμβάντα», δηλαδή, κατά τον καλόν αυτόν χριστιανό πράξεις αγάπης, όπως η φάλαγγα, τα ηλεκτροσόκ και όλες αυτές οι γνωστές μέθοδοι προσηλυτισμού στο δόγμα του «Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών».

Αλλωστε, καθόλου τυχαίο δεν είναι που αυτός ο υπέροχος άνθρωπος του Θεού, που στην κηδεία του Ντερτιλή έψαλε τον επικήδειο παρέα με τον αρχιβασανιστή της χούντας, τον Θεοφιλογιαννάκο, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της πασίγνωστης αδελφότητας της «Χρυσοπηγής»…

του Ν.Μπογιόπουλου από το Ριζοσπάστη

Από σήμερα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία το βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη «Χρυσή Αυγή και Εκκλησία»

Το πρώτο από τα κείμενα του μικρού αυτού βιβλίου γράφτηκε τον Μάιο του 2012, την επαύριο της πρώτης μεγάλης εκλογικής επιτυχίας της Χρυσής Αυγής. Το δεύτερο σχετίζεται με τη βίαιη δημόσια εμφάνισή της προς υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, με αφορμή τη θεατρική παράσταση του Corpus Christi στην Αθήνα. Η οπτική του κειμένου αυτού, που έχει ως θέμα του τη βλασφημία, ορίζει την οπτική και των άλλων τεσσάρων κειμένων που ακολουθούν: η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, η παγανιστική, αντισημιτική, αντιισλαμική και ό,τι άλλο κακό βάλει ο νους του ανθρώπου, είναι ταυτόχρονα και μια αντιχριστιανική οργάνωση. Την οργάνωση αυτή έχει ως εκ τούτου υποχρέωση, αρχικώς και κυρίως, να την καταγγείλει ρητά και να την αποδοκιμάσει η ίδια η Εκκλησία. Παράλληλα εξηγούνται και οι λόγοι για τους οποίους δυσκολεύεται να το κάνει.
Στα έξι αυτά κείμενα πρόσθεσα δύο παλαιότερα για τον Ορθόδοξο αντισημιτισμό και φονταμενταλισμό, γιατί έκρινα ότι το πνευματικό κλίμα που περιγράφουν φωτίζει τους λόγους οι οποίοι εμποδίζουν την Ορθόδοξη Εκκλησία να αποδοκιμάσει δίχως περιφράσεις τη Χρυσή Αυγή.
Μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης και τον κοινωνικό πόνο της ανεργίας, πολλοί είναι εκείνοι που υποτιμούν σήμερα τον κίνδυνο της Χρυσής Αυγής. Κάνουν λάθος. Όταν η νεοναζιστική μπόρα περάσει, ας μη θεωρήσουν πάντως ότι είχαν δίκιο που δεν ανησυχούσαν. Η μπόρα τούτη θα περάσει, επειδή ορισμένοι άλλοι, μέσα στην ίδια αυτή δίνη, δεν την υποτίμησαν μα την αντιπάλεψαν.
Στ.Ζ.

Υπάρχουν παραδείγματα κληρικών της Εκκλησίας με τους οποίους η Αριστερά μπορεί να συμμαχήσει κατά περίπτωση; Υπάρχουν. Ξέρουμε τις αντιφασιστικές δηλώσεις μητροπολιτών που έχουν γίνει τελευταία κι είναι χρήσιμες. Καλό θα ήταν βέβαια να συνοδεύονται και από πράξεις, όπως όταν ο παπάς της Βιάννου εμπόδισε, μαζί με τους κατοίκους, τη φασιστική συγκέντρωση της Χ.Α. στο μαρτυρικό χωριό. Τότε βρισκόμαστε στην ίδια όχθη κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Είναι οι πράξεις, άλλωστε, που ξεχωρίζουν τους πιθανούς συμμάχους από τους καιροσκόπους εθνικιστές, που απ’τη μια μιλούν για τις φιλάνθρωπες “εντολές του Ευαγγελίου” κι απ’την άλλη κατηγορούν τους “λαθρομετανάστες” ότι…“μαυρίζουν” τον τόπο κι απειλούν την χριστιανική εκπαίδευση και θρησκεία (π.χ. ο Θεσ/νίκης Άνθιμος). Δε χρειάζεται εδώ ν’αναπτύξουμε τις ρατσιστικές ή φιλοφασιστικές αντιλήψεις άλλων μητροπολιτών που διώκουν θεατρικές παραστάσεις συνοδεία Ναζιστών βουλευτών και περιγράφουν τους τελευταίους ως “καλά παιδιά, αγωνιστικά”, “γλυκιά ελπίδα” και “ήρεμη δύναμη” που “ικανοποιεί ταλαιπωρημένους και αγωνιώντες πολίτες” (Δρυϊνουπόλεως Ανδρέας, Σεραφείμ Πειραιώς, Καλαβρύτων Αμβρόσιος, Φθιώτιδος Νικόλαος κ.α.).